5.6.13

Paul Celan, "Γλωσσικό πλέγμα"



Κάτω από έναν πίνακα


Κυματιστό σιτάρι με σμήνη από κοράκια να πετούν
από πάνω του.
Τίνος ουρανού είναι το γαλάζιο; Του επάνω; Του
κάτω;
Αργοπορημένο βέλος, σαϊτεμένο από την ψυχή.
Δυναμώνει το φτεροκόπημα. Πλησιάζει η
πυράκτωση. Οι δύο κόσμοι.
_________________________________________

Σήμερα και αύριο


Έτσι στέκομαι, πετρωμένος, στον
μακρινό τόπο, όπου σε οδήγησα:

Διαβρωμένες
από τη βροχή της άμμου οι δυο
κόγχες στην κάτω παρυφή του μετώπου.
Σκοτάδι αποκαλύπτεται
εντός.

Καταθρυμματισμένο
από σφυριά που σείονταν σιωπηλά
το σημείο,
όπου με άγγιξε το φτερωτό μάτι.

Πιο πίσω,
σφηνωμένο στον τοίχο,
το σκαλί,
πάνω του κάθεται η ανάμνηση.

Προς τα δω
στάζει, φορτωμένη με δώρα της νύχτας,
μια φωνή,
απ' όπου αντλείς για να πιεις.
_________________________________________

Γλωσσικό πλέγμα


Μάτι ολοστρόγγυλο ανάμεσα στις ράβδους.

Αχνόφωτο ζώο το βλέφαρο
κωπηλατεί προς τα πάνω
αφήνει ένα βλέμμα να πλανηθεί ελεύθερο.

Ίρις, κολυμβήτρια, ονειροστερημένη και θλιμμένη:
Ο ουρανός, γκρίζος σαν την καρδιά, πρέπει να
είναι κοντά.

Λοξά, στο σιδηρό στόμιο
η καπνισμένη σχίζα.
Από την ευαισθησία στο φως
μαντεύεις την ψυχή.

(Αν ήμουν σαν κι εσένα. Αν ήσουν σαν κι εμένα.
Δεν στεκόμασταν
κάτω από τον ίδιο αληγή άνεμο;
Είμαστε ξένοι.)

Οι λίθινες πλάκες. Επάνω τους,
κολλητά ο ένας με τον άλλο, οι δύο
νερόλακκοι, γκρίζοι σαν την καρδιά:
δυο
μπουκιές σιωπής.
_________________________________________

Κολώνια Am Hof


Χρόνος καρδιάς, τα πλάσματα
του ονείρου συμβολίζουν
τα ψηφία του μεσονυκτίου.

Κάποιο μιλούσε στη σιωπή, κάποιο σώπαινε,
κάποιο τραβούσε το δρόμο του.
Εξόριστα και Χαμένα
είχαν γυρίσει στο σπίτι.

Εσείς καθεδρικοί.

Εσείς καθεδρικοί αθέατοι,
εσείς ποτάμια ανάκουστα,
εσείς ρολόγια βαθιά μέσα μας.
_________________________________________

Ένα χέρι


Το τραπέζι, από ωρολόγιο ξύλο, με
το πιάτο γεμάτο ρύζι και το κρασί.
Σιωπούμε,
τρώμε, πίνουμε.

Ένα χέρι, που το φίλησα,
φωτίζει τα στόματα.
_________________________________________

ΈΝΑ ξύλινο αστέρι, γαλάζιο,
φτιαγμένο από μικρούς ρόμβους. Σήμερα, από
το πιο νεαρό μας χέρι.

Η λέξη, ενώ
τινάζεις το αλάτι από τη νύχτα, το βλέμμα
ψάχνει ξανά το αντήλιο:

-Ένα αστέρι, βάλε το,
βάλε το αστέρι μέσα στη νύχτα.

(-Στη δική μου, στη
δική μου.)
_________________________________________

Paul Celan, Γλωσσικό Πλέγμα, μετάφραση: Ιωάννα Αβραμίδου, εκδ. Άγρα 2012.


Δεν υπάρχουν σχόλια: