art by Ossip Zadkine
ωραίες βλέψεις
Να είναι νύχτα
με καμένες τις λάμπες των εθνικών οδών.
Ο ηλεκτρολόγος της πόλης να ξεκουράζει τα δάχτυλά του
κι εγώ
να πάρω την ξύλινη σκάλα του απέναντι διαμερίσματος
ν' ανέβω
να βιδώσω το φεγγάρι σε πανσέληνο,
έλεγα
κι είχα τα δάχτυλα
μουσκίδι στο πιοτό.
_________________________________________
τρι(α)μελής οικογένεια
Ο πατέρας,
ζωντανό αλεξικέραυνο στη θλίψη.
Η μητέρα,
άκακος κεραυνός.
Οι δυο μαζί·
ηλεκτροφόρες λύπες
που δεν έπιασε το αλεξικέραυνο.
Ανεβείτε τώρα στην ταράτσα
να δείτε το καμένο σας παιδί.
_________________________________________
ανατροφή
Λείπω
Λείπεις
Λύπη
Οικόσιτο ρήμα.
Το είχε δέσει η μάνα
μ' ένα λουρί από το πόδι μου
για να μου κάνει συντροφιά όταν εκείνη
λύπη.
Ξέρω καλά τους χρόνους του και τις συνήθειές του.
Καμιά φορά,
στο τρίτο πρόσωπο βγάζει τη μάσκα
και απλώνεται
με ήττα.
(Εκτός κι αν κάτι
δεν έμαθα καλά.
Από παιδί.)
_________________________________________
η αλκοολική μοδίστρα του ουρανού
Δεν μπορώ να δω τα πουλιά.
Αντικρίζοντάς τα,
βλέπω τις μαύρες κόπιτσες του ουρανού
που συγκρατούν τα τραύματά του.
Μετά, έρχεται το απόγευμα
κι η ράφτρα του πόνου πίνει τόσο πολύ
που αρχίζουν να τρέμουν τα χέρια της,
χάνει τις κόπιτσες
και αφήνει ακάλυπτο
για λίγο
το δέρμα του ουρανού.
Τότε, από εκεί
εγώ κοιτάζω την πληγή
κι εσείς το ηλιοβασίλεμα.
_________________________________________
ο κηπουρός
Πίστεψε τόσο πολύ στους φανοστάτες
που ένα βράδυ
τους είδε να ανθίζουν.
Ή μήπως
να φωτίζουν;
Αυτή τη λεπτομέρεια, βλέπετε,
δεν την θυμάται
αλλά τι σημασία έχει
αφού αυτός ανέκαθεν
ήθελε να 'ναι
κηπουρός.
_________________________________________
οι αριθμοί
"Μάθε επιτέλους να μετράς",
από παιδί του φώναζε ο πατέρας
κι αυτός προσπαθούσε τόσο
που όταν ο πατέρας πέθανε
έσκυψε πάνω απ' το φέρετρο
και του 'πε:
"Πέθανες στις τρεις και τέταρτο ακριβώς.
Ζύγιζες εβδομήντα έξι κιλά.
Ως ώρας έκλαψα δώδεκα λίτρα δάκρυ.
Απέχεις τετρακόσια είκοσι μέτρα από το μνήμα.
Σου έφεραν εξακόσια δεκαοχτώ τριαντάφυλλα.
Είδες πατέρα; Τα υπολόγισα όλα".
και τον κοίταξε για τελευταία φορά.
Με μια λύπη
αμέτρητη.
_________________________________________
η βοή
Προσοχή.
Σπίτι
ακατάλληλο προς ενοικίαση.
Εντός του,
τραίνο
διάγει
βίον εσπερινόν.
_________________________________________
χειροποίητη μητρότητα
Μια μέρα,
μη θέλοντας άλλο να διαφέρει,
έραψε στην κοιλιά της
την πάνινη κούκλα
των παιδικών της χρόνων.
"Φοβήθηκα
μη μείνουμε στο τέλος
οι δυο μας", της είπε
και τράβηξε
την τελευταία κλωστή.
_________________________________________
μοναχοπαίδι
Υπάρχει μια εκδοχή του μύθου
όπου η αντιγόνη
βιώνει την ίδια ακριβώς ιστορία
επειδή κάποιος
έκοψε απ' τον άσπρο της μαντρότοιχο
κι άφησε στην άσφαλτο
νεκρό
και άταφο
ένα κλωνάρι γιασεμί.
_________________________________________
μάνα
η λέξη αυτή
ποτέ δεν μπήκε σε ενεστώτα
Παρά μόνο όταν
ήρθε Εκείνος.
Ο κίτρινος Παρατατικός.
Και τώρα παρακαλώ,
κάποιος
ν' ανάψει τα φώτα
μες στο ποίημα.
_________________________________________
Αντιγόνη Βουτσινά, Το λάθος ποίημα, εκδ. Μελάνι, 2012.
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου